- αραβιστί
- επίρρ. по-арабски
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Ἀραβιστί — in Arabic indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)